Το καλοκαίρι, το Μουστακογλάρονο έχει γκρίζα πλάτη, γκρίζα ουρά, σκούρα κοιλιά, μεγάλο μαύρο σκούφο, λευκά μάγουλα και λευκό λαιμό. Τα πόδια και το ράμφος του είναι κόκκινα. Το χειμώνα το φτέρωμά του είναι χλωμό, εκτός από μια μαύρη κηλίδα πίσω από το μάτι του. Το έφηβο πουλί έχει
καφέ ραβδώσεις στην πλάτη του και λευκή ράχη. Το μήκος των φτερών του ενήλικου πουλιού φτάνει τα 57 με 63 εκατοστά. Υπάρχουν άλλα δύο είδη στο ίδιο γένος, το Μαυρογλάρονο και το Αργυρογλάρονο. Το Μαυρογλάρονο είναι πιο διαδεδομένο από τα άλλα γλαρόνια.
Τα Μουστακογλαρόνια ζουν σε περιοχές του γλυκού νερού όπως εσωτερικά νησάκια, ποτάμια, λιμνούλες, δεξαμενές και οριζόνες. Κατά την μετανάστευση το Μουστακογλάρονο συναντάται και σε παράκτιες λιμνοθάλασσες.
Το θηλυκό γεννάει μια φορά το χρόνο από τρία αυγά τα οποία εκκολάπτονται για 18-20 ημέρες από το θηλυκό και καμιά φορά και από το αρσενικό. Το μικρό αναθρέφεται και από τους δύο γονείς και αρχίζει να βγάζει φτερά όταν είναι 23 ημερών.
Οι πληθυσμοί του Μουστακογλάρονου μεταναστέυουν από τα τέλη Ιουλίου μέχρι τον Σεπτέμβριο στην Αφρική για τον χειμώνα και επιστρέφουν μεταξύ Απριλίου και Μαΐου.
Κατά την πτήση τους είναι εύκολος στόχος για τον Πετρίτη. Οι Πετρίτες πιάνουν τα μικρά και μεσαία πουλιά στον αέρα αφού τα κυνηγήσουν ή τα παγιδεύσουν στα φτερά τους.
Είναι είδος που βρίσκεται στον ευρωπαϊκό κατάλογο διατήρησης (Species of European Conservation Concern (SPEC)) λόγω της μείωσης του πληθυσμού του στην Ευρώπη μεταξύ του 1970-1990, από την οποία δεν έχει ακόμη ανακάμψει.
Επιμέλεια: Ντόρα Σ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.